Άρθρο
Ρώσικη Επανάσταση και ιμπεριαλιστική επέμβαση της Ελλάδας

Έλληνες φαντάροι στην Οδησσό το 1919.

 

Ο Λέανδρος Μπόλαρης θυμίζει την ελληνική εμπλοκή στην ιμπεριαλιστική επέμβαση ενάντια στην επαναστατημένη Ρωσίακαι υπογραμμίζει το ρόλο του διεθνισμού για τη νίκη του Κόκκινου Στρατού.

Στις αρχές του Γενάρη του 1919, τμήματα του Α’ Σώματος Στρατού άρχισαν να αποβιβάζονται στην Οδησσό και τη Σεβαστούπολη. Ήταν η αρχή της «εκστρατείας στην Ουκρανία» που θα κρατούσε μέχρι τις αρχές του Απρίλη του 1919. Συνολικά, 23 χιλιάδες στρατιώτες και αξιωματικοί από την 1η και 13η μεραρχία συμμετείχαν στο Ελληνικό Εκστρατευτικό Σώμα (ΕΕΣ). 

Ήταν η συμβολή της κυβέρνησης του Βενιζέλου στην προσπάθεια των ιμπεριαλιστών να συντρίψουν το νέο εργατικό κράτος που είχε γεννηθεί τον Οκτώβρη του 1917. Αυτή η ιμπεριαλιστική επέμβαση ξεκίνησε ουσιαστικά πριν την Επανάσταση του Οκτώβρη και συνεχίστηκε με διάφορες μορφές μέχρι και τα τέλη του 1920. 

Τα αίτια της επέμβασης ήταν και γεωστρατηγικά και οικονομικά. Η Ρωσία ήταν μεγάλος «παίκτης» στο σύστημα των ιμπεριαλιστικών συμμαχιών και ανταγωνισμών. Ανήκε στην Αντάντ («Εγκάρδια Συνεννόηση») μαζί με την Γαλλία και την Βρετανία. Ήταν μια γιγάντια πολιτικο-στρατιωτική συμμαχία που από το 1914 πολεμούσε ενάντια στις λεγόμενες Κεντρικές Δυνάμεις, δηλαδή την Γερμανία, την Αυστροουγγαρία και την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Η επανάσταση έβγαλε την Ρωσία από τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο. Οι σχεδιασμοί των στρατηγών της Αντάντ στην Ευρώπη έμειναν μετέωροι. Κι όχι μόνο αυτοί: η Ρωσία «φρουρούσε» τις προσβάσεις στην Περσία, το σημερινό Ιράν, και την Ινδία,˙τη μεγάλη αποικία της Βρετανίας. Ταυτόχρονα το γαλλικό και βρετανικό κεφάλαιο ήταν σφιχταγκαλιασμένα με το ρωσικό και είχαν τεράστια συμφέροντα εκεί. 

Οι ιμπεριαλιστικές κυβερνήσεις χρησιμοποίησαν καταρχήν το όπλο του οικονομικού αποκλεισμού. Ενίσχυσαν πλουσιοπάροχα με οπλισμό, πυρομαχικά και άλλα εφόδια τους αντεπαναστατικούς στρατούς των «Λευκών». Παράλληλα, στρατιωτικά τμήματα από 14 χώρες συμμετείχαν σε διάφορες στιγμές στις εκστρατείες ενάντια στη σοβιετική εξουσία. Από την Βρετανία (με τη συμμετοχή τμημάτων από Καναδά, Αυστραλία και Ινδία), τη Γαλλία, τις ΗΠΑ, την Ιαπωνία, την Τσεχοσλοβακία, την Ρουμανία, την Πολωνία, την Ελλάδα, την Σερβία, την Ιταλία και την Κίνα. Στις αρχές του 1919, τη στιγμή της κορύφωσης της ιμπεριαλιστικής επέμβασης περίπου 180 χιλιάδες στρατιώτες αυτών των χωρών βρισκόταν στο έδαφος της Ρωσίας.1

Επανάσταση

Η Ρώσικη Επανάσταση ξέσπασε την στιγμή που ο ιμπεριαλιστικός παγκόσμιος πόλεμος βρισκόταν σε μια κρίσιμη φάση. 

Οι κυβερνήσεις της Αγγλίας και της Γαλλίας εκτιμούσαν ότι χωρίς τον ρώσικο στρατό στο ανατολικό μέτωπο δεν θα μπορούσαν να αντιμετωπίσουν τον γερμανικό στρατό στο δυτικό. Τον καλοκαίρι του 1916 για παράδειγμα οι 180 ρωσικές μεραρχίες απασχολούσαν 127 αυστρο-γερμανικές. Γι’ αυτό έκαναν ότι περνούσαν από το χέρι τους για να κρατήσουν την Ρωσία στον πόλεμο και να στηρίξουν την Προσωρινή Κυβέρνηση που επέμενε σε αυτή την συμμετοχή. 

Ο Οκτώβρης του 1917 σήμανε την κατάρρευση όλων αυτών των προσπαθειών. Η νέα σοβιετική εξουσία, καταρχήν, δήλωσε ότι η Ρωσία βγαίνει από τον πόλεμο και καλεί όλους τους αντιμαχόμενους σε διάσκεψη ειρήνης. Η κυβέρνηση των σοβιέτ δεν είχε αυταπάτες για τις προθέσεις των ιμπεριαλιστών. Με αυτή την πρωτοβουλία απευθυνόταν στην εργατική τάξη και τους καταπιεσμένους όλου του κόσμου που ξεσηκώνονταν ενάντια στον πόλεμο. 

Για να υπογραμμίσει αυτό το μήνυμα, ο Τρότσκι, που ήταν ο Λαϊκός Επίτροπος Εξωτερικών, δημοσιοποίησε όλες τις μυστικές συμφωνίες που είχε υπογράψει η τσαρική Ρωσία με τους Συμμάχους της Αντάντ. Για παράδειγμα τη μυστική διπλωματική αλληλογραφία του Μάρτη του 1915 σύμφωνα με την οποία η Ρωσία θα έπαιρνε την Κωνσταντινούπολη και σε αντάλλαγμα θα στήριζε τις εδαφικές διεκδικήσεις της Γαλλίας και τον έλεγχο του σημερινού Ιράν από την Βρετανία.2 Στο μήνυμα που συνόδευε τη δημοσίευση ο Τρότσκι κατέληγε με την εξής φράση:

«Εκθέτοντας σε όλο τον κόσμο τα έργα των αρχουσών τάξεων, όπως αποτυπώνονται στα μυστικά διπλωματικά ντοκουμέντα, απευθυνόμαστε στους εργάτες με το κάλεσμα που αποτελεί τον ακλόνητο θεμέλιο λίθο της εξωτερικής μας πολιτικής: Προλετάριοι όλου του κόσμου, ενωθείτε!»3

Η νίκη της επανάστασης τον Οκτώβρη του 1917 έπληξε τα οικονομικά συμφέροντα και την πολιτική επιρροή των δυτικών ιμπεριαλιστών στη Ρωσία. Τον Φλεβάρη του 1918 το Συμβούλιο των Επιτρόπων του Λαού, δηλαδή η κυβέρνηση των σοβιέτ, αποφάσισε την άρνηση πληρωμής και τη διαγραφή όλων των χρεών που είχαν συνάψει το τσαρικό καθεστώς και η Προσωρινή Κυβέρνηση. Αυτά τα χρέη ανέρχονταν σε περίπου 15 δις χρυσά ρούβλια, με περισσότερο από 1/3 να το κατέχει η Γαλλία. 

Ήταν μια σχέση που πήγαινε πίσω στα τέλη του 19ου αιώνα στην έναρξη της γαλλο-ρωσικής στρατιωτικής συμμαχίας ενάντια στην Γερμανία. Για παράδειγμα, γαλλικές τράπεζες χρηματοδότησαν την ανάπτυξη του ρωσικού σιδηροδρομικού δικτύου κάτι που ήταν απαραίτητο για την γρήγορη κινητοποίηση του ρωσικού στρατού σε περίπτωση πολέμου. Δεν είναι παράξενο λοιπόν το γεγονός ότι η διαγραφή του χρέους έγινε δεκτή με κραυγές αγανάκτησης από τους δανειστές. 

Το ίδιο συνέβη και όταν το εργατικό κράτος άρχισε να κρατικοποιεί τις επιχειρήσεις που είχε επενδύσει το ξένο κεφάλαιο ή και του ανήκαν. Κι εδώ «πρωτοπόρα» ήταν η Γαλλία με σημαντικές επενδύσεις. H γαλλική τράπεζα Credit Lyonnais είχε επενδύσεις που έφταναν σε 113 εκατομμύρια λίρες εκείνης της εποχής, γαλλικές και βελγικές εταιρείες κατασκεύασαν τα πρώτα εργοστάσια μεταλλουργίας στο Ντονιέτσκ, αγγλικές εταιρείες επένδυαν στις πετρελαιοπηγές του Μπακού.4 

Γι’ αυτό το λόγο οι Γάλλοι διπλωμάτες πολύ σύντομα υιοθέτησαν την πιο ενεργητική στάση υποστήριξης των αντεπαναστατικών δυνάμεων στην Ρωσία. Όπως ανέφερε ένα τηλεγράφημα του γαλλικού υπουργείου Εξωτερικών στο Γάλλο πρέσβη στις 29 Μάρτη του 1917, ο στόχος ήταν η προστασία των «απειλούμενων» γαλλικών συμφερόντων και η «στήριξη των πλευρών που επιθυμούν την αποκατάσταση μιας Ρωσίας» στην οποία η γαλλική «οικονομική και διπλωματική επιρροή θα διαδραματίζει τον απαραίτητο ρόλο για την ευμάρεια και των δυο χωρών».5

Κλιμάκωση

Από την άνοιξη του 1918 η ιμπεριαλιστική επέμβαση άρχισε να απειλεί το νεαρό εργατικό κράτος κυριολεκτικά από τα τέσσερα σημεία του ορίζοντα. Κάθε βήμα της ενθάρρυνε και ενίσχυε τις ντόπιες αντεπαναστατικές δυνάμεις, τους «Λευκούς» που κινητοποιούσε η άρχουσα τάξη που είχε ανατραπεί τον Οκτώβρη. Με την ενθάρρυνση των συμμάχων της Αντάντ η Τσέχικη Λεγεώνα στασίασε κατά μήκος των σιδηροδρομικών γραμμών από τον Βόλγα μέχρι την Σιβηρία. 

Τον Ιούνη του 1918 Βρετανοί πεζοναύτες άρχιζαν να αποβιβάζονται σε λιμάνια στη βόρεια Ρωσία, υποτίθεται για να προστατέψουν τις τεράστιες ποσότητες πολεμικού υλικού που είχαν στείλει ως εφόδια στον ρωσικό στρατό.

Απ’ τα ανατολικά ξεκίνησε η πιο πολυάριθμη συμμαχική επέμβαση. Το καλοκαίρι και το φθινόπωρο το 1918 άρχισαν να αποβιβάζονται στο Βλαδιβοστόκ βρετανικά, καναδικά, αμερικάνικα και ιαπωνικά τμήματα -τα τελευταία έφτασαν τους επόμενους μήνες τους 70 χιλιάδες στρατιώτες. Οι Σύμμαχοι θα μένανε στη Σιβηρία μέχρι το τέλος του 1920 (τα τελευταία ιαπωνικά τμήματα εκκενώθηκαν από το Βλαδιβοστόκ το 1922). 

Χωρίς την ενίσχυσή τους το αντεπαναστατικό καθεστώς του «ναυάρχου-αντιβασιλέα» Κολτσάκ δεν θα μπορούσε να σταθεί στα πόδια του. Οι αριθμοί ζαλίζουν: μέχρι το τέλος του 1919 οι ΗΠΑ είχαν στείλει 394.000 τουφέκια, 100 αεροπλάνα, εκατομμύρια σφαίρες, 400 αυτοκίνητα. Η βρετανική κυβέρνηση 100 χιλιάδες τουφέκια, 2 χιλιάδες πολυβόλα, 3 χιλιάδες τηλέφωνα, και συνολικά υλικό για 200 χιλιάδες στρατιώτες.6 

Οι Βρετανοί και οι Γάλλοι κινούνταν και στο νότο. Οι Βρετανοί ιμπεριαλιστές έβαλαν στόχο τον Καύκασο με μια μικρή σχετικά βρετανική δύναμη να κινείται από το βόρειο Ιράν προς το Μπακού με τις πετρελαιοπηγές του. Η κατάληξη ήταν το πέρασμα του Μπακού στα χέρια των αντεπαναστατών και η «σφαγή των 26 επιτρόπων» που διηγείται ο Β. Σερζ στο βιβλίο του.7 

Οι Γάλλοι ιμπεριαλιστές κλιμάκωναν την επέμβασή τους στη νότια Ρωσία και την Ουκρανία, εκεί που αναπτύχθηκε ο αντεπαναστατικός «Εθελοντικός Στρατός» του Ντενίκιν και στη συνέχεια του Βράγγελ. 

Αυτό το θέατρο επιχειρήσεων επέλεξε τον Δεκέμβρη του 1918 το Γαλλικό Γενικό Επιτελείο για την αποστολή μιας μεγάλης δύναμης, στην Οδησσό και την Σεβαστούπολη η οποία θα συνδεόταν με τον στρατό του Ντενίκιν. Οι αρχικές υποσχέσεις στους «Λευκούς» για δώδεκα μεραρχίες σύντομα αποδείχτηκαν ανεδαφικές. Είχε μεσολαβήσει η κατάρρευση του Κάιζερ με την επανάσταση στη Γερμανία το Νοέμβρη του 1918. Ο γαλλικός στρατός βρισκόταν σε φάση αποστράτευσης, οι φαντάροι και η «κοινή γνώμη» δεν είχαν καμιά διάθεση για νέες πολεμικές περιπέτειες. Τελικά, μόνο τρεις μεραρχίες ήταν διαθέσιμες και αυτές στα 2/3 της δύναμής τους. 

Σε αυτό το σημείο έσπευσε η κυβέρνηση Βενιζέλου να προσφέρει τη βοήθειά της στη Γαλλία με την αποστολή του Ελληνικού Εκστρατευτικού Σώματος κάτω από τις διαταγές των Γάλλων.

Φιλοδοξίες

Το μίσος του Βενιζέλου και της αστικής τάξης για την επανάσταση και τους μπολσεβίκους ήταν δεδομένο και γνωστό. Όμως, η συμμετοχή της στην επέμβαση ήταν κομμάτι της εκστρατείας για να αναβαθμίσει το ρόλο της τόσο στην Μικρά Ασία όσο και στο νότο της πρώην Τσαρικής Αυτοκρατορίας, περιοχές με ισχυρή παρουσία του ελληνικού κεφαλαίου. Η ελληνική άρχουσα τάξη είχε διχαστεί για το στρατόπεδο που θα στήριζε στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο. Το 1917 επικράτησε η παράταξη του Βενιζέλου που έβαλε την Ελλάδα στον πόλεμο στο πλευρό της Αντάντ. Ο ελληνικός καπιταλισμός βρέθηκε στο στρατόπεδο των νικητών και διεκδικούσε κομμάτι της λείας τους.

Όπως γράφει και η έκδοση της Διεύθυνσης Ιστορίας Στρατού (ΔΙΣ/ΓΕΣ): 

«Η Ελληνική Κυβέρνησις, αποβλέπουσα εις την εκπλήρωσιν των εθνικών διεκδικήσεων, ιδία εν Μικρά Ασία, έχουσα δε ανάγκη της ηθικής συμπαραστάσεως των Συμμάχων προς υποστήριξιν αυτών, έκρινεν ότι έπρεπε να δεχτεί την συμμετοχήν του Ελληνικού Στρατού της εκστρατείας εις την Ρωσίαν».8

Ο αντισυνταγματάρχης τότε Ν. Πλαστήρας, το έγραψε πιο λακωνικά: «από τη συμμετοχή μας στην εκστρατεία έχουμε να ωφεληθούμε πολύ και ότι ο δρόμος για τη Θράκη και τη Μικρά Ασία περνάει από την Ρωσία».9

Αυτά τα όνειρα, η «Μεγάλη Ιδέα», δεν ήταν απλά μια φαντασίωση κάποιων ρομαντικών εθνικιστών διανοούμενων ή κυνικών πολιτικών. Πατούσαν στα υλικά συμφέροντα και τις δυνατότητες του ελληνικού καπιταλισμού. Το δίκτυο των εφοπλιστών, των εμπόρων και των τραπεζιτών που δρούσαν από το Λονδίνο μέχρι την Αίγυπτο και την Σμύρνη επένδυε στη “Μεγάλη Ιδέα” και αναζητούσε στήριξη, οικονομική και πολιτική, στις επιδιώξεις του. Ταυτόχρονα, η συνεργασία τους με τις γαλλικές και αγγλικές τράπεζες για παράδειγμα, εξασφάλιζε στην ελληνική διπλωματία πρόσβαση στις «ευρωπαϊκές πρωτεύουσες»: Έτσι ο Βενιζέλος μπορούσε να συνομιλεί και να παζαρεύει με τον Κλεμανσό και τον Λοϋδ Τζορτζ, τους πρωθυπουργούς της Γαλλίας και της Βρετανίας.10

Από αυτή την άποψη, ο ελληνικός στρατός το 1919 πήγαινε σε «παλιά λημέρια». Η Οδησσός ήταν το 18ο και 19ο αιώνα μια από τις σημαντικότερες βάσεις του ελληνικού παροικιακού κεφαλαίου, με τους Έλληνες εμπόρους και εφοπλιστές να παίζουν σημαντικό ρόλο στην εξαγωγή των σιτηρών της Ρωσίας (και της Ουκρανίας). Το γνωστό μας Μαράσλειο πήρε το όνομά του από τον Γρ. Μαρασλή, «εθνικό ευεργέτη», πάμπλουτο έμπορο-γαιοκτήμονα που το μισό χρόνο γλεντούσε στο Παρίσι με τον Ανδρέα Συγγρό και δήμαρχο της Οδησσού επί δεκαέξι χρόνια.

Αιματηρό φιάσκο

Η συμμετοχή στις πολεμικές επιχειρήσεις κράτησε από τον Γενάρη μέχρι τα τέλη του Μάρτη. Τα τμήματα του ΕΕΣ βρέθηκαν να πολεμάνε σε ένα μέτωπο μεταξύ των ποταμών Δνείπερου και Δνείστερου με πλάτος περίπου 220 χιλιόμετρα. Όπως και οι Γάλλοι διοικητές, έτσι κι οι Έλληνες περίμεναν ότι θα συναντούσαν πληθυσμούς που θα έσπευδαν να υποστηρίξουν την επέμβαση ενάντια στους «αιμοδιψείς μπολσεβίκους». Σύντομα ανακάλυψαν ότι ο πληθυσμός ήταν βαθιά εχθρικός, ο «εθελοντικός στρατός» του Ντενίκιν άχρηστος και ανίκανος να κερδίσει οποιαδήποτε συμπάθεια. Η εχθρική στάση του πληθυσμού δεν αφορούσε μόνο τους Γάλλους, αλλά και τους Έλληνες. Χαρακτηριστικές είναι οι αναφορές που έχουν διασωθεί από την Χερσώνα, που πέρασε υπό τον έλεγχο ενός μικτού γαλλο-ελληνικού σώματος τον Φλεβάρη. Όπως αναφέρει μια μελέτη:

«Για παράδειγμα, οι κάτοικοι της Χερσώνας σύντομα εκδήλωσαν έντονη εχθρότητα στην συμμαχική επέμβαση και δυσφορούσαν για την συμμετοχή ελληνικών στρατευμάτων στις κατοχικές δυνάμεις. Ο συνταγματάρχης Lejay, ο διοικητής των συμμαχικών δυνάμεων στη Χερσώνα και το Νικολάεφ ανέφερε ότι ο πληθυσμός της Χερσώνας δεν έκρυβε το θυμό του για το γεγονός ότι οι Σύμμαχοι φέρανε ελληνικά στρατεύματα κάτι που αποτελούσε προσβολή στην εθνική τους περηφάνεια».11

Σε αυτή την παραθαλάσσια πόλη έγινε μια σκληρή μάχη την πρώτη βδομάδα του Μάρτη, στην οποία η κύρια δύναμη που αντιμετώπισε τον επιτιθέμενο Κόκκινο Στρατό ήταν μονάδες του Ελληνικού Εκστρατευτικού Σώματος. Ο Κόκκινος Στρατός βγήκε νικητής από την αναμέτρηση ύστερα και από την εξέγερση των κατοίκων της πόλης. 

Για να αντιμετωπίσουν την εξέγερση, τα ελληνικά τμήματα διατάχτηκαν να πυρπολούν σπίτια κατοίκων και να κάνουν μαζικές συλλήψεις. Μ’ αυτό τον τρόπο 2 χιλιάδες περίπου άμαχοι βρέθηκαν φυλακισμένοι σε μια μεγάλη αποθήκη στην περιοχή του λιμανιού η οποία βομβαρδίστηκε άγρια από τα γαλλικά πολεμικά πλοία. Πεντακόσιοι άνθρωποι βρήκαν φρικτό θάνατο στις φλόγες.12

Η συνέχεια ήταν μια αλυσίδα ηττών στο Νικολάεφ και σε σημεία κλειδιά γύρω από την Οδησσό. Στις αρχές Απρίλη εκκενώθηκε η Οδησσός. Το μεγαλύτερο μέρος του ΕΕΣ μεταφέρθηκε δυτικά του Δνείστερου για να φυλάει μαζί με τους Γάλλους τις προσβάσεις της Βεσσαραβίας και της Ρουμανίας. Το 2ο Σύνταγμα έμεινε στην Σεβαστούπολη της Κριμαίας, όπου συμμετείχε στην καταστολή της εξέγερσης των εργατών στην πόλη και της φημισμένης ανταρσίας των ναυτών του γαλλικού πολεμικού στόλου. 

Διεθνισμός

Ο Κόκκινος Στρατός μπόρεσε να αντιμετωπίσει την επέμβαση των ιμπεριαλιστών γιατί είχε στα χέρια του ένα ακατανίκητο όπλο. Τον διεθνισμό που ήταν η καρδιά της στρατηγικής των μπολσεβίκων από την αρχή του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου. Η εργατική εξουσία αντιμετώπισε τους χιλιάδες φαντάρους που βρίσκονταν στην Ρωσία σαν εργάτες με στολή, κομμάτι της τάξης που θα ανέτρεπε με επανάσταση την εξουσία των καπιταλιστών. Όλη η Ευρώπη συγκλονιζόταν από ένα κύμα ανταρσιών, απεργιών, εξεγέρσεων και επαναστάσεων. Τον Νοέμβρη του 1918 η επανάσταση στην Γερμανία έβαλε οριστικά τέρμα στον πόλεμο. Τις μέρες που η γαλλο-ελληνική επέμβαση δεχόταν ισχυρά πλήγματα στην Ουκρανία, στην Ουγγαρία επικρατούσε η Δημοκρατία των Συμβουλίων και η Ιταλία ζούσε το αποκορύφωμα της «κόκκινης διετίας» της. 

Τον Γενάρη του 1918, τις μέρες που ιδρυόταν ο Κόκκινος Στρατός, ένα Συνέδριο Αιχμαλώτων Πολέμου στη Σαμάρα ζήτησε να συγκροτήσει «Διεθνή Τάγματα» εθελοντών για να ενταχτούν στις γραμμές του. Ακολούθησαν και άλλα συνέδρια και το αποτέλεσμα ήταν 50 χιλιάδες εθελοντές (Γερμανοί, Τσέχοι, Αυστριακοί, Ούγγροι κ.α.) να ενταχθούν στο Κόκκινο Στρατό. Μαζί τους και 10 χιλιάδες Κινέζοι μετανάστες εργάτες.13 Στον Κόκκινο Στρατό πολέμησαν φινλανδικά, ρουμανικά, πολωνικά, σερβικά τμήματα. 

Όμως, ο πιο σημαντικός παράγοντας ήταν η επιρροή που ασκούσε η επανάσταση και οι μπολσεβίκοι στους φαντάρους και τους ναύτες των «Συμμαχικών» δυνάμεων. Τον Δεκέμβρη του 1919 ο Λένιν εξηγούσε:

«Όταν εμείς ευθύς εξαρχής λέγαμε ότι υπολογίζουμε στην παγκόσμια επανάσταση, μας κοροϊδεύανε και μας έλεγαν ότι αυτό είναι απραγματοποίητο…Έφταναν λίγες από τις στρατιές που διέθετε η Αντάντ για να μας πνίξουν. Μπορέσαμε όμως να νικήσουμε τον εχθρό, γιατί στην πιο δύσκολη στιγμή εκδηλώθηκε η συμπάθεια των εργατών όλου του κόσμου… Θυμάμαι σε ένα άρθρο, μου φαίνεται του Ράντεκ, αναφερόταν πως η επαφή των στρατευμάτων της Αντάντ με το πυρωμένο έδαφος της Ρωσίας που άναψε την πυρκαγιά της σοσιαλιστικής επανάστασης θα κάνει να ανάψουν και τα στρατεύματα αυτά. Η ζωή έδειξε πως έτσι έγινε στην πραγματικότητα. 

Δεν χρειάζεται να πούμε πως οι ζυμώσεις που συντελούνται στις γραμμές των άγγλων και γάλλων στρατιωτών και ναυτών, που γνωρίζουν τα ονόματα εκείνων που τουφεκίστηκαν για κομμουνιστική δράση, δεν χρειάζεται να πούμε πως όσο αδύνατες κι αν είναι οι ζυμώσεις αυτές, όσο αδύνατες και αν είναι εκεί οι κομμουνιστικές οργανώσεις κάνουν μια τεράστια δουλειά. Τα αποτελέσματα φαίνονται: ανάγκασαν την Αντάντ να αποσύρει τα στρατεύματά της. Μόνο αυτό μας έδωσε την πρώτη μεγάλη νίκη».14

Τον Οκτώβρη του 1919 η Πετρούπολη βρισκόταν σε θανάσιμο κίνδυνο, με τον στρατό του στρατηγού Γιουντένιτς να την απειλεί άμεσα. Ο Τρότσκι στάλθηκε εσπευσμένα να αναλάβει την άμυνα στο αποδιοργανωμένο μέτωπο (βρέθηκε, πάλι, να ηγείται μιας αντεπίθεσης προσωπικά, πάνω σ’ ένα άλογο). Ο Γιουντένιτς εξοπλιζόταν από τους Βρετανούς. Σε μια ημερήσια διαταγή ο Τρότσκι θύμιζε στους Κόκκινους φαντάρους ότι το μίσος για τον βρετανικό ιμπεριαλισμό δεν πρέπει να τους κάνει να ξεχάσουν ότι υπάρχει «και μια άλλη Βρετανία, της εργασίας, των υψηλών ιδανικών, της διεθνούς αλληλεγγύης! Θάνατος στα όρνεα του ιμπεριαλισμού! Ζήτω η Βρετανία των εργατών, του λαού!».15 

Η επιτροπή των μπολσεβίκων στην Οδησσό είχε φροντίσει να έρθει από το Μάρτη σε επαφή με φαντάρους και ναύτες. Οι προκηρύξεις -αυτή τη φορά στα γαλλικά- τους καλούσαν: «Γυρίστε πίσω [στη Γαλλία] και παλέψτε με όλες σας τις δυνάμεις για το μεγάλο έργο που ξεκίνησε η Ρώσικη Επανάσταση… Ζήτω τα σοβιέτ των στρατιωτών και των ναυτών!» 

Από αυτή την «πυρακτωμένη» επαφή δεν έμειναν ανεπηρέαστο ούτε το ΕΕΣ στην Ουκρανία, παρόλο που οι αξιωματικοί και φαντάροι είχαν επιλεγεί προσεκτικά και είχαν υποστεί έντονη ιδεολογική κατήχηση ενάντια στους μπολσεβίκους. Όμως, το «μικρόβιο» τους έπληξε, όπως άλλωστε και τους Γάλλους φαντάρους και ναύτες. Σ’ αυτό συνέβαλε η συστηματική παρέμβαση της Ελληνικής Κομμουνιστικής Ομάδας Οδησσού. Σε μια προκήρυξή της καλούσε τους Έλληνες φαντάρους: 

 «Η νίκη των πολλών εναντίων των ολίγων είναι εξασφαλισμένη, αρκεί καθένας να κάμει το καθήκον του. Αδέλφια! Τα όπλα που κρατείτε στα χέρια σας μεταχειρισθήτε τα προς σωτηρίαν ιδικήν σας και των αδελφών σας και εναντίον του κοινού εχθρού όλων. Κάτω τα όπλα αν πρόκειται να μολυνθούν με αδελφικό αίμα. Ενωθείτε μαζί μας και με τον κόκκινο στρατό της επαναστατικής Ρωσίας που πολεμάει για την απελευθέρωσιν όλων των λαών του κόσμου. Αν δεν θέλετε να λάβετε μέρος σ’ αυτό το ηρωικό ένδοξο έργον τουλάχιστο μη βοηθήτε τους εχθρούς μας, εχθρούς όλων των εργατών. Φύγετε στην πατρίδα και αφήστε μας μονάχους να κάμωμε το καθήκον και για σας.

Ζήτω η παγκόσμιος επανάστασις! Ζήτω η διεθνής συναδέλφωσις της ανθρωπότητος! Ζήτω ο παγκόσμιος κομμουνισμός!».16

Ο αντισυνταγματάρχης Ν. Γρηγοριάδης, τότε διοικητής του 2ου Συντάγματος έγραφε αργότερα στις αναμνήσεις του ότι: «Τρόμαξα μια μέρα, που μου ανάφεραν στη Σεβαστούπολη, πως ελιποτάκτησεν ένας δεκανέας και δυο στρατιώτες - είναι κολλητικό το παράδειγμα - τους εξελόγιασεν η μπολσεβίκικη προπαγάνδα».17 Οι φαντάροι που πήγαν στην Ουκρανία στάλθηκαν κατευθείαν τον Ιούνη στην Σμύρνη. Δεν ήταν πια οι ίδιοι. Δυόμισι χρόνια μετά, όταν η εκστρατεία στην Μικρά Ασία βάλτωνε, το Γενικό Επιτελείο έστελνε μια εμπιστευτική αναφορά στην κυβέρνηση που έλεγε ότι οι φαντάροι «μπολσεβικίζουν». Η σπορά είχε ριχτεί το 1919. 

Στις 19 Απρίλη του 1919 οι ναύτες του θωρηκτού Φρανς αρνήθηκαν να φορτώσουν κάρβουνο και μετά από συνέλευση διατύπωσαν τα αιτήματα: σταμάτημα του πολέμου ενάντια στη σοβιετική Ρωσία, επιστροφή στη Γαλλία. Η ανταρσία τους ήταν προϊόν δυο παραγόντων. Την πρωτοβουλία την πήρε μια μικρή ομάδα αναρχικών και αναρχοσυνδικαλιστών που δρούσε από καιρό στο θωρηκτό. Είχαν φτιάξει μια μικρή παράνομη βιβλιοθήκη και έπαιρναν αντιπολεμικό τύπο από την Γαλλία. Έτσι έφτασαν να επηρεάζουν τη μεγάλη πλειοψηφία των 1.200 ναυτών που αποτελούσαν το πλήρωμα του θωρηκτού.

Οι ναύτες του θωρηκτού Ζαν Μπαρτ ακολούθησαν το παράδειγμά τους. Σύμφωνα με ένα χρονικό της εξέγερσης: «Οι ναύτες αρνήθηκαν να χαιρετίσουν την έπαρση της γαλλικής σημαίας στην πλώρη. Αντίθετα, στράφηκαν προς τη πρύμνη και τραγούδησαν τη Διεθνή, ενώ η κόκκινη σημαία υψωνόταν ταυτόχρονα και στα δυο πλοία». 

Η εξέγερση, που απλώθηκε και σε άλλα πλοία, τρομοκράτησε τόσο τη γαλλική διοίκηση ώστε επίσπευσε την αποχώρηση του στόλου της από τη Σεβαστούπολη. Αυτό δεν ήταν το τέλος. 

Η γαλλική βουλή θα συζητούσε τις εξελίξεις στο στόλο της Μαύρης Θάλασσας στις 6 Ιούνη του 1919. Στις 5 Ιούνη, οι ναύτες του θωρηκτού Προβάνς στασίασαν στο ναύσταθμο της Τουλόν και ύψωσαν την κόκκινη σημαία σε ένδειξη αλληλεγγύης στους εξεγερμένους της Μαύρης Θάλασσας. Κάλεσαν αντιπροσώπους από τα άλλα πλοία που ναυλοχούσαν εκεί να συντονιστούν. Οι ανταρσίες απλώθηκαν και σε άλλα πλοία.18 

Εκτός από το κοινό μίσος για την επανάσταση και ότι αντιπροσώπευε, οι άρχουσες τάξεις που οργάνωσαν την επέμβαση είχαν η κάθε μια τα δικά της συμφέροντα να προασπίσει και να προωθήσει, συχνά εις βάρος των άλλων. Για παράδειγμα οι ΗΠΑ έβλεπε με ανησυχία την προσπάθεια της Ιαπωνίας να απλώσει την επιρροή της στην Κίνα, την Μαντζουρία μέσω της επέμβασης στην Σιβηρία, γι’ αυτό έσπευσε να συμμετέχει και αυτή. Αυτοί οι ανταγωνισμοί, που μεταφράζονταν σε διαφορετικές στρατηγικές απέναντι στις διάφορες αντεπαναστατικές δυνάμεις μέσα στην Ρωσία έπαιξαν σημαντικό ρόλο στη «διπλωματία του χάους» που συνόδευσε την επέμβαση. Όμως, ο σημαντικότερος παράγοντας που έδεσε τα χέρια των ιμπεριαλιστών ήταν αυτός που υπογράμμισε ξανά και ξανά ο Λένιν: «Συνεπώς, εμείς νικήσαμε όχι έπειδή είμασταν πιό δυνατοί, άλλά έπειδή οί έργαζόμενοι των χωρών της Αντάντ βρέθηκαν πιο κοντά σέ μας, παρά στην ίδια τους την κυβέρνηση».19. n

Σημειώσεις

1. Ian C.D Moffat, The Allied Intervention in Russia 1918-1920 The Diplomacy of Chaos, Palgrave 2015, σελ. 165.

2. E. H Carr, Bolshevik Revolution 1917-1923, Vol. 3, Norton 1985, σελ. 12

3. Statement by Trotsky on the publication of secret treaties, 22 November 1917, https://www.marxists.org/history/ussr/government/foreign-relations/1917/November/22.htm 

4. Περισσότερα για το ξένο κεφάλαιο και τη σχέση του με το ρωσικό στο άρθρο των Volodymyr Kulikov, Martin Kragh «Big Business in the Russian Empire: A European Perspective», http://ebha.org/public/C3:paper_file:184 

5. Michael Jabara Carley, «The Origins of the French Intervention in the Russian Civil War, January-May 1918: A Reappraisal», The Journal of Modern History Vol. 48, No. 3 (Sep. 1976), σελ. 423. 

6. Κ. Αυγητίδης, Η στρατιωτική επέμβαση των καπιταλιστικών χωρών ενάντια στη Σοβιετική Ρωσία και η Ελλάδα (1918-1920), Σύγχρονη Εποχή 1999, σελ. 195.

7. Victor Serge, Έτος Ένα της Ρώσικης Επανάστασης, Μαρξιστικό Βιβλιοπωλείο 2017, σ.σ. 298-308.

8. Γενικόν Επιτελείον Στρατού/ Διεύθυνσις Ιστορίας Στρατού: «Το Ελληνικόν Εκστρατευτικόν Σώμα εις Μεσημβρινήν Ρωσίαν (1919)» Εκδοσις ΔΙΣ, Αθήνα 1955, σελ. 26 - 27.

9. Κ. Αυγητίδης, οπ, σελ. 128.

10. Για μια συνοπτική παρουσίαση βλέπε Πάνος Γκαργκάνας, «1912-22: Βαλκανικοί Πόλεμοι και Μικρασιατική – Ο δεκαετής πόλεμος που χάραξε τα σύνορα στα Βαλκάνια και τη Μ. Ανατολή», Σοσιαλισμός από τα Κάτω τεύχος 1 (Ιούνης 1992) http://www.socialismfrombelow.gr/pdf/1.pdf 

11. J. Kim Munholland, «The French army and intervention in Southern Russia, 1918-1919», Cahiers du monde russe et soviétique, Année 1981, Volume 22 Numéro 1, σελ. 49, http://www.persee.fr/docAsPDF/cmr_0008-0160_1981_num_22_1_1903.pdf 

12. Αυγητίδης, οπ, σελ. 148, Munholland, ο.π, σελ. 52 με ελαφρώς διαφορετικούς αριθμούς θυμάτων.

13. John Erickson, The Soviet High Command A Military Political History 1918-1941, Frank Cass 2006 (1962), σ.σ. 25 και 675. 

14. Β.Ι. Λένιν, Άπαντα, τ. 39, σελ. 346.

15. Λ. Μπόλαρης, «100 χρόνια από την Ρώσικη Επανάσταση: Λέον Τρότσκι - Ο οργανωτής του Κόκκινου Στρατού», Εργατική Αλληλεγγύη 1260, http://ergatiki.gr/article.php?id=15115 

16. Η προκήρυξη, φωτοτυπημένη περιλαμβάνεται στο βιβλίο του Κ. Αυγητίδη. 

17. Π. Α. Ζάννας (επιμ.), Εκστρατεία στη Μεσημβρινή Ρωσία 1919, «Ερμής», Αθήνα, 1982, σ. 151-152

18. Tico Jossifort, «The Black Sea Revolt», Revolutionary History, Vol. 8 No. 2, Summer 2002, https://www.marxists.org/history/etol/revhist/backiss/ vol8/no2/blacksea.html 

19. Β.Ι Λένιν, Άπαντα, τ. 40, σελ. 125.