Άρθρο
Οι εργάτες στην εξουσία - Οκτώβρης 1917

Η έφοδος στα Χειμερινά Ανάκτορα

Πλησιάζει η επέτειος των 100 χρόνων από τη νίκη της εργατικής επανάστασης στη Ρωσία.
Ο Λέανδρος Μπόλαρης θυμίζει τις κρίσιμες επιλογές των Μπολσεβίκων που οδήγησαν τα Σοβιέτ στην εξουσία.

 

«Η ιστορία δεν θα συγχωρήσει την καθυστέρηση στους επαναστάτες που θα μπορούσαν να νικήσουν σήμερα (και σίγουρα θα νικήσουν σήμερα), αλλά πού θα κινδύνευαν να χάσουν πολλά αύριο, θα κινδύνευαν να τα χάσουν όλα. Παίρνοντας την εξουσία σήμερα, την παίρνουμε όχι ενάντια στα Σοβιέτ, αλλά για τα Σοβιέτ».

Λένιν, 24 Οκτώβρη του 19171 

 

Η ιστορία, η ταξική πάλη, προχωράει με άλματα, με μεγάλες τομές. Το φθινόπωρο του 1917, η Ρώσικη Επανάσταση βρισκόταν αντιμέτωπη με το δίλημμα αν θα κάνει ένα άλμα προς τα μπρος ή θα συντριβόταν. Στις 25 Οκτώβρη του 1917 οι μπολσεβίκοι απάντησαν σε αυτό το δίλημμα έμπρακτα. Η Στρατιωτική Επαναστατική Επιτροπή του Σοβιέτ της Πετρούπολης, με επικεφαλής τον πρόεδρό του Λ. Τρότσκι, κινητοποίησε τα συντάγματα της φρουράς και τις Κόκκινες Φρουρές των εργοστασίων και ανέτρεψε την Προσωρινή Κυβέρνηση που είχε πρωθυπουργό τον Κερένσκι.

Την ώρα που τα αποσπάσματα των φαντάρων και των κοκκινοφρουρών καταλάμβαναν τις γέφυρες, τα δημόσια κτίρια και άλλα στρατηγικά σημεία της Πετρούπολης ξεκινούσε τις εργασίες του το Δεύτερο Συνέδριο των Σοβιέτ όλης της Ρωσίας. Οι συσχετισμοί ήταν ήδη γνωστοί. Στους 650 αντιπροσώπους οι 390 ήταν μπολσεβίκοι.2 Τα κόμματα των εσέρων και των μενσεβίκων που συμμετείχαν στην Προσωρινή Κυβέρνηση ήταν μειοψηφία και μάλιστα πολυδιασπασμένη. Το μεγαλύτερο τμήμα των εσέρων ανήκε στην αριστερή τους πτέρυγα (που διαμορφωνόταν σε ξεχωριστό κόμμα) και ψήφιζε μαζί με τους μπολσεβίκους. Το σύνθημα «Όλη η εξουσία στα Σοβιέτ» γινόταν πραγματικότητα.

Δυναμική

Το φθινόπωρο του 1917 η εργατική τάξη είχε μπει σε μια νέα φάση ριζοσπαστικοποίησης και αγώνων. Η δυναμική της την έφερνε σε μια κατά μέτωπο σύγκρουση με μια άρχουσα τάξη που επίσης σκλήραινε την στάση της. Τόσο μέσα στα εργοστάσια, όσο και συνολικά. Η απόπειρα πραξικοπήματος του αρχιστράτηγου Κορνίλοφ (26-29 Αυγούστου) είχε την συμπάθεια και την υποστήριξή της. Το υπόβαθρο για αυτή την πόλωση ήταν η κοινωνική και οικονομική κατάρρευση που επιταχυνόταν από την συνέχιση του πολέμου.

Στο μέτωπο εκατομμύρια στρατιώτες βίωναν εφιαλτικές συνθήκες. Η γενική επίθεση που είχε διατάξει η Προσωρινή Κυβέρνηση το καλοκαίρι είχε καταλήξει σε εκατόμβες θυμάτων. Πείνα, ασθένειες, ήταν η καθημερινή πραγματικότητα στα χαρακώματα. Στα «μετόπισθεν» το χάος εντεινόταν. Ελλείψεις σε άνθρακα και καύσιμα για κινηθούν οι σιδηρόδρομοι και να δουλέψουν τα εργοστάσια που άρχισαν να κλείνουν, ελλείψεις σε τρόφιμα παρά την επιβολή του δελτίου στο ψωμί και την επιβολή του κρατικού μονοπωλίου στην αγορά των σιτηρών και σαν συνέπεια πληθωρισμός που εκτόξευε τις τιμές των πιο βασικών αγαθών. Tον Αύγουστο το υπουργείο Εφοδιασμού προειδοποιούσε ότι «η χώρα είναι αντιμέτωπη με το φάσμα της πείνας».3 Ανάμεσα στο Μάρτη και τον Ιούλη, 568 εργοστάσια είχαν κλείσει. Τα κλεισίματα πολλαπλασιάστηκαν από τον Αύγουστο και μετά.

Το εργατικό κίνημα απάντησε με ένα κύμα απεργιών ενάντια στα κλεισίματα, τις απολύσεις και τον πληθωρισμό. Όπως αναφέρει μια ακαδημαϊκή μελέτη:

«Στα μέσα Σεπτέμβρη ξέσπασε ένα νέο κύμα απεργιών σε όλη την έκταση της Ρωσίας, εντονότερο και ισχυρότερο από οποιοδήποτε απεργιακό κύμα πριν τον πόλεμο, και το οποίο διήρκεσε μέχρι την μπολσεβίκικη κατάληψη της εξουσίας στις 25 Οκτώβρη… Περισσότεροι από 1.200.000 εργάτες ξεκίνησαν απεργίες αυτή την περίοδο».4

Ένα χαρακτηριστικό αυτού του κύματος ήταν το γεγονός ότι σε αυτό πρωταγωνιστούσαν κομμάτια εργατών και εργατριών που ήταν λιγότερο ή καθόλου ενεργά τους προηγούμενους μήνες, για παράδειγμα οι κλωστοϋφαντουργοί, «ανειδίκευτες» εργάτριες στην πλειοψηφία τους. Η εργατική τάξη δεν κινείται σαν καλοκουρδισμένος στρατός, και τον Σεπτέμβρη-Οκτώβρη τα τμήματα που μόλις τα είχε αγγίξει η επανάσταση, τώρα έμπαιναν στη μάχη κάνοντας άλματα. Ο Τρότσκι αναφέρει στην κλασσική Ιστορία της Ρώσικης Επανάστασης:

«Αναπηδούσαν τα πιο καθυστερημένα και υποτακτικά στρώματα των εργαζόμενων. Το Κίεβο αναταράχτηκε από μια ορμητική απεργία νυχτοφυλάκων και θυρωρών: τρέχοντας από σπίτι σε σπίτι οι απεργοί σβήνανε τις λάμπες, έπαιρναν τα κλειδιά από τα ασανσέρ, άνοιγαν τις εξώπορτες κλπ.».5 

Ένα άλλο χαρακτηριστικό ήταν η τάση των απεργιών να γενικεύονται, εμπλέκοντας ολόκληρες πόλεις και κλάδους και τα αιτήματά τους να γίνονται πιο ριζοσπαστικά. Το αμέσως επόμενο «δημοφιλέστερο» αίτημα μετά τις αυξήσεις ήταν το δικαίωμα να αποφασίζουν οι εργάτες για τις απολύσεις και τις προσλήψεις, σε μια προσπάθεια να αποκρούσουν την προσπάθεια των αφεντικών να κλείσουν εργοστάσια ή να κάνουν μαζικές απολύσεις. Ο Τρότσκι γράφει:

«Κάθε σύγκρουση οποιοδήποτε κι αν ήταν το κίνητρό της, είχε την τάση να απλωθεί σε ολόκληρο κλάδο της βιομηχανίας και να πάρει ιδεολογικό χαρακτήρα. Με τη βοήθεια των εργατών όλης της χώρας, οι ταμπάκηδες της Μόσχας άνοιξαν τον Αύγουστο μακριά και πεισματική πάλη για να αποκτήσουν οι εργοστασιακές επιτροπές το δικαίωμα ν’ αποφασίζουν για την πρόσληψη και απόλυση εργατών».

Το τείχος ανάμεσα στα «οικονομικά» και «πολιτικά» αιτήματα εξαφανιζόταν. Η συντριπτική πλειοψηφία των απεργών απαιτούσε αυξήσεις στους μισθούς. Όμως, το πλαίσιο ήταν η αποτυχία της Προσωρινής Κυβέρνησης να ελέγξει τον πληθωρισμό και την κερδοσκοπία των πλούσιων. Ήταν η ίδια κυβέρνηση που συνέχιζε τον πόλεμο και όλο και περισσότερο έπαιρνε μέτρα ενάντια στις «υπερβολές» των εργατικών αγώνων. Για παράδειγμα, στις 23 και 28 Αυγούστου το υπουργείο Εργασίας έβγαλε δυο διατάγματα που απαγόρευαν στις εργοστασιακές επιτροπές ακόμα και να συνεδριάζουν στη διάρκεια του ωραρίου εργασίας. Η σύμπτωση με την απόπειρα πραξικοπήματος του Κορνίλοφ που εκτυλίχθηκε τις ίδιες μέρες δεν ήταν καθόλου τυχαία στα μάτια των εργατών και εργατριών.

Κρεμάλες

Η άρχουσα τάξη τρομαγμένη κινούταν προς τα δεξιά. Μέχρι και τον Ιούλη οι πιο «φωτισμένοι» βιομήχανοι και τραπεζίτες έλπιζαν ότι η Προσωρινή Κυβέρνηση θα διέσωζε το «αστικό καθεστώς» έχοντας και τους εσέρους και τους μενσεβίκους στα υπουργεία. Όσο περνούσε ο καιρός όμως οι φωνές που ζητούσαν δυναμικές λύσεις δυνάμωναν.

Αυτό ήταν το υπόβαθρο για την απόπειρα πραξικοπήματος του Κορνίλοφ στα τέλη Αυγούστου του 1917. Μπορεί να κατέληξε σε φιάσκο, αλλά δεν ήταν ένα «επεισόδιο» όπως το αναφέρουν συχνά ιστορικοί για να το υποβαθμίσουν.6  O Κορνίλοφ είχε τις «ευχές» και την υποστήριξη των βιομηχάνων, των γαιοκτημόνων, των αξιωματικών. Στις 9 Αυγούστου για παράδειγμα, έγινε στη Μόσχα η Σύσκεψη Δημοσίων Προσωπικοτήτων. Στη σύσκεψη συμμετείχαν όλα τα μεγάλα ονόματα της άρχουσας τάξης: ο Μιλιούκοφ ο ιστορικός ηγέτης του κόμματος των Καντέ (Συνταγματικοί Δημοκράτες), ο βιομήχανος χρηματιστής Πουτίλοφ, ο βιομήχανος Κονοβάλοφ, ο Ραμπουσίνσκι, ο βιομήχανος που είχε δηλώσει ότι το «σκελετωμένο χέρι της πείνας» θα έβαζε τέλος στα επαναστατικά πειράματα, εκατοντάδες ακόμα αξιωματικοί, όπως οι στρατηγοί Γιουντένιτς και Καλέντιν που θα έπαιζαν σημαντικό ρόλο στον Εμφύλιο Πόλεμο, έμποροι, γαιοκτήμονες, βιομήχανοι, δημοσιογράφοι και διανοούμενοι. Έστειλαν μια διακήρυξη στον Κορνίλοφ, που κυκλοφόρησε σε όλες τις εφημερίδες, στην οποία διακήρυσσαν ότι «κάθε επίθεση στον Αρχιστράτηγο είναι προδοσία» και κατέληγαν: «Όλη η σκεπτόμενη Ρωσία» ατενίζει τον Κορνίλοφ «με ελπίδα και πίστη… Με τη βοήθεια του Θεού, θα ανασυγκροτήσετε ένα πανίσχυρο στρατό και θα σώσετε την πατρίδα».7

Το «πρόγραμμα» του Κορνίλοφ πρόβλεπε εκτός από τη διατήρηση της θανατικής ποινής που είχε επανέλθει στο μέτωπο, την επέκτασή της στα μετόπισθεν. Στην Πετρούπολη θα κηρυσσόταν στρατιωτικός νόμος και η διοίκηση της Στρατιωτικής Περιφέρειάς της (περιλάμβανε και τη Φινλανδία και την Κρονστάνδη) θα περνούσε στα χέρια του αρχιστράτηγου. Στρατιωτικός νόμος θα κηρύσσονταν επίσης σε όλους τους σιδηροδρόμους, τα ορυχεία και τις βιομηχανίες που εργάζονταν για την «πολεμική προσπάθεια», δηλαδή ουσιαστικά για όλες. Έκτακτα στρατοδικεία θα εξασφάλιζαν την «πειθαρχημένη εργασία». Σε κάθε επιχείρηση θα οριζόταν ένας στόχος παραγωγής και αν δεν υλοποιούταν οι εργάτες που ήταν υπεύθυνοι θα απολύονταν. Δεν χωράει λόγος ότι απεργίες, συγκεντρώσεις, διαδηλώσεις και άλλα τέτοια θα απαγορεύονταν.

Ο Κορνίλοφ ήταν από μια άποψη η «πρόβα τζενεράλε» για μια επόμενη απόπειρα σε πιο ευνοϊκές συνθήκες. Τα προμηνύματα ήταν ξεκάθαρα. Τον Σεπτέμβρη και τον Οκτώβρη ένα μεγάλο κύμα αγροτικών εξεγέρσεων άρχισε να σαρώνει την ύπαιθρο. Οι αγρότες είχαν κουραστεί να περιμένουν την κυβέρνηση -και το κόμμα τους σε αυτή, τους εσέρους- να δώσει γη και ειρήνη.

Η απάντηση της κυβέρνησης ήταν η αποστολή στρατιωτικών μονάδων για την καταστολή τους. Τον Μάη είχαν σημειωθεί μόνο 11 τέτοια περιστατικά. Τον Αύγουστο 39. Όμως, τον Σεπτέμβρη-Οκτώβρη έφτασαν τα 112, και περισσότερα από 2 χιλιάδες μέλη επιτροπών αγροτών φυλακίστηκαν. Τον Οκτώβρη η κυβέρνηση του Κερένσκι προσπαθούσε να υλοποιήσει το σχέδιο του Κορνίλοφ για την κατάπνιξη των «αγροτικών ταραχών». Επιτροπές με έκτακτες εξουσίες για την «επιβολή της τάξης», κήρυξη του στρατιωτικού νόμου στη μια επαρχία μετά την άλλη. Στις 19 Οκτώβρη ο υπουργός Εσωτερικών ζητούσε την αποστολή «έμπιστων» συνταγμάτων ιππικού από το μέτωπο ενάντια στους αγρότες. Το συνέδριο των γαιοκτημόνων ζητούσε μια «στρατιωτική κυβέρνηση».8 

Αποφάσεις

Η δυναμική του κινήματος που αναπτυσσόταν είχε ένα πολιτικό χαρακτηριστικό. Την κρίση και την αποσάθρωση των κομμάτων της ρεφορμιστικής αριστεράς, δηλαδή των μενσεβίκων και των εσέρων, που ακόμα διατηρούσαν τον έλεγχο της ηγεσίας των σοβιέτ και τη μαζική μετακίνηση προς το κόμμα των μπολσεβίκων.

Στις παραμονές του Οκτώβρη, οι μπολσεβίκοι δεν ήταν απλά ένα μαζικό κόμμα αλλά είχαν την πλειοψηφία του πληθυσμού με το μέρος τους, στις δυο πρωτεύουσες, την Πετρούπολη και τη Μόσχα και η επιρροή τους μεγάλωνε στο μέτωπο και στην επαρχία. Αυτό το αποδεικνύει η κατάκτηση της πλειοψηφίας στα σοβιέτ των μεγάλων πόλεων, αλλά επίσης και οι δημοτικές εκλογές που έγιναν στην Πετρούπολη και τη Μόσχα τον Αύγουστο και τον Σεπτέμβρη. Στην πρώτη περίπτωση, οι μπολσεβίκοι κατάκτησαν τη δεύτερη θέση με 184 χιλιάδες ψήφους. Λίγες μόνο βδομάδες μετά την καταστολή του κινήματος του Ιούλη και πριν το πραξικόπημα του Κορνίλοφ. Στη δεύτερη περίπτωση, οι μπολσεβίκοι ήρθαν πρώτο κόμμα με 50,9% των ψήφων.9 

Το κόμμα μετρούσε περίπου 350.000 στη συντριπτική τους πλειοψηφία εργάτες και εργάτριες. Σύμφωνα με μια μελέτη: «Δεκάδες χιλιάδες από τους πιο ριζοσπαστικούς εργάτες εντάσσονταν στους μπολσεβίκους και πολλοί από αυτούς όταν τη στιγμή της ένταξής τους ρωτιόνταν πως κατανοούν το μπολσεβίκικο πρόγραμμα απαντούσαν απλά: ‘το πρόγραμμά μας είναι η πάλη ενάντια στην αστική τάξη’».10

Τον Απρίλη ο Λένιν είχε κερδίσει την εσωκομματική μάχη για τον προσανατολισμό του κόμματος στη ρήξη με τους «συμφιλιωτές» με την αστική τάξη και την πάλη για να περάσει όλη η εξουσία στα σοβιέτ, τα εργατικά συμβούλια. Τον Σεπτέμβρη-Οκτώβρη, όταν αυτή η προοπτική μπήκε στην ημερήσια διάταξη, η συζήτηση άναψε ξανά, ακόμα πιο σκληρά.

Ο Κάμενεφ κι ο Ζινόβιεφ, δυο παλιοί μπολσεβίκοι, επέμεναν ότι οι συσχετισμοί είναι ακόμα αρνητικοί, ότι οι εργάτες και το κόμμα των μπολσεβίκων θα απομονώνονταν και θα τσακίζονταν. Γι’ αυτούς η σωστή επιλογή θα ήταν η αναμονή για την Συντακτική Συνέλευση όπου «θα έχουμε τουλάχιστον το 1/3 των αντιπροσώπων». Εντωμεταξύ τα σοβιέτ «θα ήταν ένα περίστροφο στον κρόταφο της κυβέρνησης που θα την ανάγκαζε να συγκαλέσει την Συντακτική και να καταστείλει τις πραξικοπηματικές απόπειρες».

Στην ουσία η δεξιά πτέρυγα της ηγεσίας των μπολσεβίκων (ο Κάμενεφ και ο Ζινόβιεφ δεν ήταν απομονωμένες φωνές) έκανε το σφάλμα που έχουν κάνει πολλές αριστερές ηγεσίες μέχρι και σήμερα. Αντιμετώπιζε την εργατική τάξη και το κίνημά της ως κάτι δεδομένο, που θα συνέχιζε να τροφοδοτεί το κόμμα και να του εξασφαλίζει εκλογική δύναμη και τη δυνατότητα να επηρεάζει τις εξελίξεις. Λογάριαζαν χωρίς τον ξενοδόχο, για την ακρίβεια δυο ξενοδόχους: ούτε η άρχουσα τάξη στεκόταν με σταυρωμένα τα χέρια, ούτε οι «από κάτω» είχαν την πολυτέλεια να περιμένουν.

Η απάντηση του Λένιν ήταν σκληρή και ρεαλιστική. Δεν υπάρχει χρόνος για αναμονή: η πείνα δεν περιμένει την Συντακτική Συνέλευση, ούτε η κατάρρευση του μετώπου, ούτε το σαμποτάζ των καπιταλιστών και η αποδιάρθρωση της οικονομίας. Η κατάληψη της εξουσίας ήταν ο μόνος δρόμος για την σωτηρία της επανάστασης.

Ο Λένιν επέμενε ότι η κρίσιμη απόφαση έπρεπε να παρθεί και να υλοποιηθεί και για ένα άλλο, εξίσου σημαντικό λόγο. «Βρισκόμαστε στα πρόθυρα της παγκόσμιας επανάστασης» έγραφε σε ένα κείμενό του με τίτλο «Η κρίση ωρίμασε». Το καλοκαίρι του 1917 είχε γίνει εξέγερση των ναυτών στον γερμανικό πολεμικό στόλο και το κύμα των απεργιών και των ανταρσιών δυνάμωνε σε όλο τον κόσμο. H νίκη των εργατών στην επαναστατημένη Ρωσία θα ήταν η πιο έμπρακτη βοήθεια στο φούντωμα της Γερμανικής Επανάστασης. Έγραφε ο Λένιν:

«Και μια πού εμείς, οι Ρώσοι μπολσεβίκοι, είμαστε οι μόνοι από όλους τούς προλετάριους διεθνιστές όλων των χωρών πού απολαμβάνουμε μια συγκριτικά τεράστια ελευθερία, πού έχουμε νόμιμο Κόμμα και καμιά εικοσαριά εφημερίδες, πού έχουμε με το μέρος μας τα Σοβιέτ των εργατών και στρατιωτών βουλευτών στις δυο πρωτεύουσες, πού έχουμε με το μέρος μας την πλειοψηφία των λαϊκών μαζών στην επαναστατική αυτή περίοδο, σε μας μπορούν στ' αλήθεια και πρέπει να εφαρμοστούν τα λόγια: σέ όποιον έχουν δοθεί πολλά, απ’ αυτόν και ζητούνται πολλά».11

Τις μέρες και τις βδομάδες που εξελισσόταν αυτή η εσωκομματική συζήτηση, οι εργοστασιακές επιτροπές στην Πετρούπολη έδιναν μια σκληρή μάχη για να αποτρέψουν τη μεταφορά του εξοπλισμού των εργοστασίων και των ίδιων των εργατών στο εσωτερικό της Ρωσίας λόγω της προέλασης των γερμανικών στρατευμάτων στα κοντινά μέτωπα. Οι επιτροπές των φαντάρων ήταν σε εγρήγορση γιατί η κυβέρνηση προετοίμαζε την αποστολή συνταγμάτων στο μέτωπο. Η πεποίθηση που φούντωνε στα εργοστάσια και τους στρατώνες ήταν ότι η κυβέρνηση ήταν διατεθειμένη να δώσει την «Κόκκινη Πετρούπολη» στο γερμανικό στρατό για να ξεφορτωθεί την επανάσταση.

Αν οι μπολσεβίκοι δεν έπαιρναν την εξουσία τον Οκτώβρη, τα πράγματα δεν θα κυλούσαν «ομαλά» και «κοινοβουλευτικά». Ο Τρότσκι εξηγεί ότι:

«Είναι αδύνατο να διαθέτεις ανάλογα με το κέφι σου μια επαναστατική κατάσταση. Αν οι μπολσεβίκοι δεν είχαν πάρει την εξουσία τον Οκτώβρη-Νοέμβρη δεν θα την έπαιρναν ίσως ποτέ. Αντί για μια σταθερή διεύθυνση οι μάζες θα έβρισκαν στους μπολσεβίκους πάντα την ίδια φορτική διάσταση ανάμεσα στα λόγια και τις πράξεις, και σε δυο τρεις μήνες θάχαν ξεμακρύνει από το κόμμα που θαχε διαψεύσει τις ελπίδες τους, το ίδιο όπως είχαν αποσπαστεί από τους σοσιαλεπαναστάτες και τους μενσεβίκους. Ένα μέρος από τους εργαζόμενους θα πεφτε στην αδιαφορία, ένα άλλο μέρος θα ανάλωνε τις δυνάμεις του σε αναρχικά ξεσπάσματα, σε παρτιζάνικες αψιμαχίες, στην τρομοκρατία της εκδίκησης και της απελπισίας. Ξαναπαίρνοντας έτσι την ανάσα της η μπουρζουαζία θα επωφελιόταν από αυτό για να κλείσει χωριστή ειρήνη με τους Χοεντσόλλερν και για να συντρίψει τις επαναστατικές οργανώσεις».12

Πράξη

Τον Οκτώβρη του 1917 οι μπολσεβίκοι έσωσαν την ρώσικη επανάσταση. Όμως δεν την έσωσαν «για λογαριασμό» της εργατικής τάξης, με την ίδια στη γωνία να περιμένει τους σωτήρες της από ψηλά. Τα σοβιέτ έγιναν «το κράτος, δηλαδή η εργατική τάξη που είναι οργανωμένη σε κυρίαρχη τάξη» όπως έγραφαν οι Μαρξ και Ένγκελς στο Μανιφέστο του Κομμουνιστικού Κόμματος.

Αυτή ήταν η προοπτική που είχε βάλει ο Λένιν με τις «Θέσεις του Απρίλη» όταν επέστρεψε στην επαναστατημένη Ρωσία. Υποστήριζε ότι τα αιτήματα για «γη, ειρήνη, ψωμί» που πρόβαλαν με τους αγώνες τους οι εργάτες, οι φαντάροι και οι αγρότες δεν θα μπορούσαν να γίνουν πράξη αν η επανάσταση άφηνε την πολιτική και οικονομική εξουσία στα χέρια των καπιταλιστών. Το σύνθημα «Όλη η εξουσία στα σοβιέτ» συνόψιζε αυτή την στρατηγική.

Στις Θέσεις του Απρίλη ο Λένιν υπογράμμιζε ότι τα σοβιέτ, τα συμβούλια των εργατών και στρατιωτών αντιπροσώπων, όχι μόνο έπρεπε να πάρουν την εξουσία, αλλά και ότι:

«αναπαράγουν εκείνο τον τύπο του κράτους που επεξεργάστηκε η Κομμούνα του Παρισιού και που ο Μαρξ τον ονόμασε ‘πολιτική μορφή που ανακαλύφθηκε επιτέλους, και με την οποία μπορεί να συντελεστεί η οικονομική απελευθέρωση των εργαζομένων’».

Και συμπέρανε:

«Όχι κοινοβουλευτική δημοκρατία -επιστροφή από τα σοβιέτ των εργατών βουλευτών σε αυτή θα ήταν βήμα προς τα πίσω- αλλά δημοκρατία των σοβιέτ των εργατών, των εργατών γης και των αγροτών βουλευτών σε όλη τη χώρα, από τα κάτω ως τα πάνω. Κατάργηση της αστυνομίας, του στρατού, της υπαλληλίας. Η αμοιβή όλων των υπαλλήλων, που θα είναι όλοι τους αιρετοί και ανακλητοί σε κάθε στιγμή, να μην ξεπερνά τη μέση αμοιβή ενός καλού εργάτη».13

Αυτή ήταν η κρατική εξουσία που άρχισε να διαμορφώνεται μετά τη νίκη της επανάστασης τον Οκτώβρη. Η κατάληψη των Χειμερινών Ανακτόρων, που είχε την έδρα της η Προσωρινή Κυβέρνηση, δεν ήταν το «τέλος» αλλά η αρχή της εφόδου της εργατικής τάξης για να χτίσει μια κοινωνία χωρίς εκμετάλλευση και καταπίεση.

Εργατικός Έλεγχος

Η Πρώτη Πανρωσική Συνδιάσκεψη των Εργοστασιακών Επιτροπών που έγινε στις αρχές του Οκτώβρη 1917, διακήρυξε ότι:

«Η εργατική τάξη έχοντας ανατρέψει την απολυταρχία στην πολιτική σφαίρα, επιδιώκει να εξασφαλίσει το θρίαμβο του δημοκρατικού συστήματος στη σφαίρα της παραγωγής. Η ιδέα του εργατικού ελέγχου που εμφανίστηκε φυσιολογικά στις συνθήκες της οικονομικής καταστροφής που έφεραν οι εγκληματικές πολιτικές της άρχουσας τάξης, είναι η έκφραση αυτού του ιδανικού».14 

Ο εργατικός έλεγχος ήταν η άλλη όψη του συνθήματος «όλη η εξουσία στα σοβιέτ». Όσο η κρίση κορυφωνόταν, οι ρεφορμιστές πρότειναν σαν απάντηση στην οικονομική κρίση τον «κρατικό έλεγχο» ή το «δημόσιο έλεγχο» της οικονομίας. Οι μπολσεβίκοι απαντούσαν: ναι είμαστε υπέρ του κρατικού ελέγχου, αλλά ποιος θα είναι το κράτος, οι γραφειοκράτες του αστικού κράτους ή τα σοβιέτ;

Ένα από τα πρώτα διατάγματα της νέας εργατικής εξουσίας μετά τον Οκτώβρη αφορούσε την επιβολή του εργατικού ελέγχου στα εργοστάσια και τις επιχειρήσεις. Ήταν προϊόν των συζητήσεων ανάμεσα στο Συμβούλιο των Επιτρόπων του Λαού, του Κεντρικού Συμβουλίου των Εργοστασιακών Επιτροπών και του Κεντρικού Συμβουλίου των Συνδικάτων. Το διάταγμα ανέφερε:

«Για να εξασφαλιστεί η σχεδιασμένη οργάνωση της εθνικής οικονομίας εισάγεται ο εργατικός έλεγχος στην κατασκευή, αγορά, πώληση, και αποθήκευση προϊόντων και πρώτων υλών και στην οικονομική δραστηριότητα των επιχειρήσεων…Οι αποφάσεις των οργάνων εργατικού ελέγχου είναι δεσμευτικές για τους ιδιοκτήτες των επιχειρήσεων και μπορούν να ανακληθούν μόνο από ανώτερα όργανα εργατικού ελέγχου…»15

Για παράδειγμα σε ένα εργοστάσιο της Μόσχας:

«Από την ίδρυση της επιτροπής τον Μάρτη του 1917 μέχρι τον Αύγουστο του 1918 συγκλήθηκαν 224 συνεδριάσεις της επιτροπής και γενικές συνελεύσεις. Οι συνελεύσεις μια φορά τη βδομάδα και οι συνεδριάσεις της επιτροπής τρεις με τέσσερις φορές. Οργανώθηκαν υποεπιτροπές για προμήθειες, υγιεινή, στέγαση, εκπαίδευση, οικονομικά, πειθαρχία, προσλήψεις και απολύσεις, φρούρησης του εργοστασίου. Στη διάρκεια του 1919 όταν η παραγωγή κατέρρευσε, οι συνεδριάσεις έγιναν πιο αραιές… Οι αποφάσεις της επιτροπής υπόκειντο στις συνελεύσεις του εργοστασίου, στις οποίες συμμετείχαν τακτικά ανάμεσα στους 500 με 800 εργάτες και οι οποίες αποφάσιζαν για θέματα όπως η απόλυση εργατών και διευθυντών, βοήθεια σε οικογένειες εργατών που είχαν πεθάνει, βάρδιες στις διακοπές, οικονομικές ενισχύσεις σε πολιτικές καμπάνιες».16

Τον Δεκέμβρη ήρθε η κρατικοποίηση των τραπεζών και η διακήρυξη ότι το εργατικό κράτος δεν αναγνωρίζει και διαγράφει μονομερώς το εξωτερικό δημόσιο χρέος, τα δάνεια που είχαν συνάψει οι Τσάροι και η αστική Προσωρινή Κυβέρνηση.

Το ρώσικο δημόσιο χρέος έφτανε τα 930 εκατομμύρια λίρες -με αξία της εποχής- το 1913, δηλαδή 50% του ΑΕΠ. Τέσσερα χρόνια μετά είχε τριπλασιαστεί φτάνοντας τα 3,3 δις λίρες ενώ η οικονομία βυθιζόταν στη χειρότερη κρίση.17 Με τη διαγραφή του, οι μπολσεβίκοι έκαναν τρία πράγματα ταυτόχρονα. Έκαναν πράξη την απόφαση του πρώτου σοβιέτ, στην Πετρούπολη το 1905 που είχε διακηρύξει ότι τα δάνεια που σύναπτε η τσαρική κυβέρνηση δεν θα αναγνωριστούν από την μελλοντική επαναστατική κυβέρνηση. Τσάκισαν τη δυνατότητα των ιμπεριαλιστών να ελέγχουν μεγάλα κομμάτια της οικονομίας.

Επίσης, η διαγραφή του χρέους και η κρατικοποίηση των τραπεζών ήταν ανάσα για μια εργατική τάξη που πάλευε να σώσει τις δουλειές και το βιοτικό της επίπεδο από τα πλήγματα της κρίσης και το σαμποτάζ των καπιταλιστών. Τους προηγούμενους μήνες οι προσπάθειες των εργοστασιακών επιτροπών και των συνδικάτων να επιβάλλουν το «άνοιγμα των βιβλίων» των επιχειρήσεων για να ελέγξουν τις απάτες των καπιταλιστών, πρόσκρουαν στο γεγονός ότι τα στοιχεία αυτά κατά κανόνα τα κρατούσαν οι τράπεζες που διαφύλασσαν ως κόρη οφθαλμού το «τραπεζικό απόρρητο». Τώρα οι τράπεζες πέρασαν στα χέρια του εργατικού κράτους.

Ειρήνη, γη

Όμως, το πρώτο διάταγμα της νέας επαναστατικής εξουσίας ήταν αυτό που διακήρυσσε ότι η Ρωσία αποσυρόταν από τον πόλεμο και καλούσε όλους τους εργάτες και τους καταπιεσμένους των εμπόλεμων χωρών να αναγκάσουν τις κυβερνήσεις τους να κάνουν το ίδιο.

Το Διάταγμα για την Ειρήνη διακήρυξε ότι η νέα Ρωσία ζητάει άμεσα τρίμηνη ανακωχή και διαπραγματεύσεις για ειρήνη «χωρίς προσαρτήσεις και αποζημιώσεις», αλλά έδειξε και στην πράξη ότι αυτά δεν ήταν λόγια του αέρα. Ζητούσε οι όποιοι όροι για τη συνθήκη ειρήνης να εγκριθούν σε λαϊκές συνελεύσεις και συνέδρια σε όλες τις εμπόλεμες χώρες. Δηλαδή έκανε έκκληση πάνω από τα κεφάλια των κυβερνήσεων και των διπλωματών τους στους εργάτες των άλλων χωρών να ακολουθήσουν το δρόμο της επανάστασης.

Αυτό το είπε ευθέως ο Τρότσκι, που θα αναλάμβανε το Επιτροπάτο των Εξωτερικών: «Είναι σαφές ότι δεν περιμένουμε να επηρεάσουμε τις ιμπεριαλιστικές κυβερνήσεις με τις διακηρύξεις μας, αλλά όσο υπάρχουν δεν μπορούμε να τις αγνοούμε. Στηρίζουμε όλες μας τις ελπίδες στο ότι η επανάστασή μας θα εξαπολύσει την ευρωπαϊκή επανάσταση».18 

Ο Οκτώβρης σήμανε την αρχή του τέλους του ιμπεριαλιστικού πολέμου. Ο πόλεμος δεν τέλειωσε τον Νοέμβρη του 1918 επειδή οι αντιμαχόμενοι «τα βρήκαν». Τέλειωσε γιατί ξέσπασε η Γερμανική Επανάσταση. Οι ναύτες, οι φαντάροι και οι εργάτες της Γερμανίας ακολούθησαν το παράδειγμα των εργατών και των φαντάρων της Ρωσίας. Διαφορετικά, ο πόλεμος θα συνεχιζόταν προκαλώντας κι άλλα εκατομμύρια νεκρών και καταστροφές.

«Το προλεταριάτο στην εξουσία θα σταθεί ενώπιον των αγροτών ως η τάξη που τους έχει απελευθερώσει» έγραφε ο Λ. Τρότσκι το 1906.19  Αυτή η εκτίμηση επιβεβαιώθηκε με τον Οκτώβρη. Το δεύτερο διάταγμα που ενέκρινε το συνέδριο των σοβιέτ έδινε τη γη στους αγρότες, να τη μοιράσουν ανάλογα με τις αποφάσεις των αγροτικών επιτροπών και των σοβιέτ τους. Η μεγάλη γαιοκτησία ήταν δεμένη με χίλια νήματα με τον καπιταλισμό στη Ρωσία. Η εργατική τάξη όμως δεν είχε κανένα συμφέρον από την προστασία των συμφερόντων των τραπεζών και των εμπόρων που κέρδιζαν από την καταπίεση των αγροτών.

Απελευθέρωση

Όπως δεν είχε και κανένα συμφέρον από την εθνική καταπίεση. Η εργατική εξουσία διακήρυξε με ένα από τα πρώτα διατάγματά της το δικαίωμα των καταπιεσμένων εθνών στην αυτοδιάθεση μέχρι του σημείου της απόσχισης από το ρωσικό κράτος.

Η Ρωσία των Τσάρων ήταν η «φυλακή των λαών». Η εθνική καταπίεση ήταν σκληρή και χοντροκομμένη, δεμένη με τις εκστρατείες εκρωσισμού, την Ορθόδοξη Εκκλησία και τον αντισημιτισμό. Το «εθνικό ζήτημα» ήταν εκρηκτικό κι έγινε ακόμα περισσότερο όταν η επανάσταση του Φλεβάρη ανέτρεψε τον τσαρισμό.

Η Προσωρινή Κυβέρνηση στην ουσία ακολούθησε την πολιτική του τσαρισμού καλύπτοντάς την με δημοκρατική φρασεολογία. Αναγκάστηκε να καταργήσει τις πιο χοντροκομμένες διακρίσεις, όπως για παράδειγμα του 650 περίπου αντισημιτικούς νόμους, και να υποσχεθεί ισονομία και ισοπολιτεία. Κι όπως επισημαίνει ο Τρότσκι:

«Η ισοπολιτεία δεν έδινε τίποτα στους Φινλανδούς που ζητούσαν όχι ισότητα με τους Ρώσους μα την απόσπασή τους από την Ρωσία. Δεν πρόσφερνε τίποτα στους Ουκρανούς που προτήτερα δεν είχαν γνωρίσει κανένα περιορισμό γιατί τους είχαν με τη βία ανακηρύξει Ρώσους. Δεν άλλαζε τίποτα από την καταπίεση των Λετονών και των Εσθονών που συνθλίβονταν από την γερμανική έγγεια ιδιοκτησία και την ρωσογερμανική πόλη. Δεν ανακούφιζε σε τίποτα τη μοίρα των καθυστερημένων λαών και φυλών της Ασίας, που διατηρούνταν στο χαμηλότερο επίπεδο της έλλειψης νομικών δικαιωμάτων όχι με περιορισμούς μα με τις αλυσίδες της οικονομικής και πολιτιστικής δουλοπαροικίας».20 

Τόσο οι μενσεβίκοι όσο και οι μπολσεβίκοι μοιράζονταν το περίφημο «άρθρο 9» του προγράμματος που είχε υιοθετήσει το ΣΔΕΚΡ στο συνέδριο του 1903, το οποίο αναγνώριζε το δικαίωμα των καταπιεσμένων εθνών στην αυτοδιάθεση και το σχηματισμό του δικού τους κράτους. Όμως, οι μενσεβίκοι το 1917 επέλεξαν την Προσωρινή Κυβέρνηση και άρα τη «συνέχεια» του -ρωσικού- κράτους. Οι μπολσεβίκοι επέλεξαν την ρήξη με την εξουσία των καπιταλιστών. Η εργατική τάξη στάθηκε η απελευθερώτρια τάξη και απέναντι στους καταπιεσμένους λαούς.

Υπήρχαν έντονες τάσεις στο κόμμα των μπολσεβίκων που υποστήριζαν ότι η παραχώρηση του δικαιώματος στην αυτοδιάθεση ήταν υποχώρηση «στην άποψη των Πολωνών, Ουκρανών, και άλλων σοβινιστών». Στη συνδιάσκεψη του Απρίλη του 1917 που έγκρινε τις περίφημες «Θέσεις» του Λένιν, το κομμάτι της απόφασης που στήριζε το δικαίωμα στην αυτοδιάθεση καταψηφίστηκε από μια ισχυρότατη μειοψηφία.21 

Όμως, η πολιτική του Λένιν δεν υποχωρούσε στο παραμικρό στον εθνικισμό. Στη καρδιά της ήταν η διεθνιστική ενότητα της εργατικής τάξης πέρα από σύνορα και καταγωγή. «Θέλουμε επαναστατική-προλεταριακή ενότητα, συνένωση κι όχι χωρισμό», έγραφε ο Λένιν στις αρχές του Οκτώβρη. «Θέλουμε ελεύθερη συνένωση και γι’ αυτό οφείλουμε να αναγνωρίσουμε την ελευθερία του αποχωρισμού (χωρίς ελευθερία αποχωρισμού η συνένωση δεν μπορεί να ονομάζεται ελεύθερη). Πολύ περισσότερο οφείλουμε να αναγνωρίσουμε την ελευθερία αποχωρισμού, γιατί ο τσαρισμός και η μεγαλορωσική αστική τάξη με την καταπίεση που ασκούσαν άφησαν στα γειτονικά έθνη απέραντη αγανάκτηση και δυσπιστία απέναντι στους μεγαλορώσους γενικά και η δυσπιστία αυτή πρέπει να διαλυθεί με έργα κι όχι με λόγια».22 

Μόνο κάνοντας αυτή την επιλογή η εργατική εξουσία μπόρεσε να σταθεί όρθια στα χρόνια του εμφυλίου και της ιμπεριαλιστικής επέμβασης που ακολούθησαν το 1917. Η επανάσταση επικράτησε στην Ουκρανία όταν οι μπολσεβίκοι εφάρμοσαν αυτή την πολιτική. Απέκρουσε τους ιμπεριαλιστές και τους αντιδραστικούς στον Καύκασο και την Κεντρική Ασία, όταν κέρδισε τους μουσουλμανικούς πληθυσμούς: «Δεν ήταν εύκολο. Οι περιοχές της Κεντρικής Ασίας ήταν αποκομμένες από τα κέντρα της επανάστασης στη διάρκεια του εμφύλιου. Και πολλοί Ρώσοι έποικοι έσπευσαν να μασκαρευτούν «μπολσεβίκοι» για να κρατήσουν τα προνόμια τους. Αυτό άρχισε να αλλάζει από το 1920. Χιλιάδες τέτοιοι ψευτο-μπολσεβίκοι διώχτηκαν από τις κομματικές οργανώσεις, και μάλιστα έγινε κομματική πολιτική η θέση ότι η «απαλλαγή από τις θρησκευτικές προκαταλήψεις» αφορούσε τα κομματικά μέλη που ήταν Ρώσοι και όχι τους Μουσουλμάνους».23 

Η εργατική τάξη παλεύει από την αυγή του καπιταλισμού. Έχει κάνει πολλές «εφόδους στον ουρανό», συγκλονιστικούς αγώνες, μεγάλα κινήματα και επαναστάσεις. Όμως, ο Κόκκινος Οκτώβρης ξεχωρίζει, γιατί είναι η έμπρακτη απόδειξη τι σημαίνει η εργατική τάξη να παίρνει την εξουσία, το τιμόνι της κοινωνίας.

 

Σημειώσεις

  1. Β.Ι Λένιν, «Γράμμα στην ΚΕ των μπολσεβίκων», Άπαντα, τόμος 34, σελ. 436.
  2. Τονι Κλιφ, Λένιν – Πολιορκημένη Επανάσταση, Μαρξιστικό Βιβλιοπωλείο 2000, σελ. 21.
  3. L. Schapiro, 1917: The Russian Revolution and the Origins of Present Day Communism, Penguin 1984, σελ. 97.
  4. Diane P. Koenker, William G. Rosenberg, Strikes and Revolution in Russia 1917, Princeton University Press 1999, σ.σ. 268-69.
  5. Λ. Τρότσκι, Ιστορία της Ρώσικης Επανάστασης, Τόμος ΙΙ, Αλλαγή 1984, σελ. 237.
  6. Για το πραξικόπημα του Κορνίλοφ βλέπε το αφιέρωμα της Εργατικής Αλληλεγγύης στα τεύχη 1285 https://ergatiki.gr/article.php?id=16570&issue=1285 και 1286 https://ergatiki.gr/article.php?id=16610
  7. Alexander Rabinowitch, Bolsheviks Come to Power, Haymarket Books 2009 (1976), σελ. 106.
  8. John Channon, “The Landowners” στο συλλογικό Robert Service (ed) Society and Politics in the Russian Revolution, McMillan 1992, σ.σ. 135-36.
  9. Mike Haynes, “Was there a parliamentary alternative in Russia in 1917?», International Socialism 76 (Autumn 1997), http://www.marxists.de/russrev/haynes/index.htm
  10. Kevin Murphy, Revolution and Counter-revolution – Class Struggle in a Moscow Metal Factory, Bergham Books 2005, σελ. 58.
  11. .Ι Λένιν, οπ, σελ. 275.
  12. Λ. Τρότσκι, οπ, σ.σ. 436-7.
  13. Β.Ι Λένιν, Οι Θέσεις του Απρίλη, Σύγχρονη Εποχή 2012, σ.σ. 52 και 12.
  14. S.A Smith, Red Petrograd – Revolution in the Factories 1917-1918, Cambridge University Press 1985, σελ. 182.
  15. Τόνι Κλιφ, Λένιν – Η Πολιορκημένη Επανάσταση, Μαρξιστικό Βιβλιοπωλείο 2000, σελ. 28.
  16. Kevin Murphy, οπ, σελ. 65.
  17. http://www.cadtm.org/From-Tsarist-Russia-to-the-1917
  18. Alexander Rabinowitch, The Bolsheviks in power. The first year of Soviet rule in Petrograd, Indiana University Press 2008, σελ. 18.
  19. Λ. Τρότσκι, «Αποτελέσματα και Προοπτικές», στη συλλογή Η Ρώσικη Επανάσταση του 1905, Λέων 2005, σελ. 84.
  20. Λ. Τρότσκι, Ιστορία της Ρώσικης Επανάστασης, οπ, σελ. 338.
  21. Τόνι Κλιφ, Λένιν – Όλη η Εξουσία στα Σοβιέτ, Μαρξιστικό Βιβλιοπωλείο 1997, σ.σ. 283-84.
  22. Λένιν, Άπαντα, τ. 34, σ.σ. 379-80.
  23. Λ. Μπόλαρης, «Μπολσεβίκοι και Ισλάμ», Σοσιαλισμός από τα Κάτω 59 (Σεπτέμβρης-Οκτώβρης 2006), http://www.socialismfrombelow.gr/article.php?id=97